Ο Felix περπατά ένα βράδι στο Aventine για να τραφεί, και παρατηρεί πως οι δρόμοι σήμερα είναι ιδιαίτερα άδειοι. Περιπλανιέται ώσπου μυρίζει καπνό, και κατηφορίζει την πλαγιά ώσπου φτάνει σε μια μικρή πλατεία που έχει στηθεί μια μεγάλη πυρά. Από μακριά φαίνεται πως όλο το νταβαντούρι γίνεται μπροστά από τον Οίκο Ευχαρίστησης της Ευφημίας, το πολυσύχναστο μπουρδέλο που δίνει δουλειά και ευχαρίστηση σε όλη τη γειτονιά. Οι πόρνες με σχισμένα τα ρούχα τους κόβουν τα μαλλιά τους κοντά, και πετούν τα υπάρχοντά τους στις φλόγες.
Ο Felix ρίχνει μια ματιά στην γύρω περιοχή για παρουσία άλλων propinqui, και βλέπει σε μια γωνιά έναν σκοτεινό τύπο να κοιτά με έκδηλο ενδιαφέρον την όλη σκηνή. Προς το παρόν, ο mekhet αποφασίζει να επικεντρωθεί στη σκηνή των ανθρώπων, και αόρατος εισέρχεται στο πλήθος για να πάρει μια καλύτερη ματιά.
Όλες οι πόρνες του μαγαζιού, μαζί και η τσατσά Ευφημία, κατασρέφουν τα πολύτιμά τους είδη, φωνάζωντας με ευτυχία πως είναι πλεον ελεύθυερες. Αποφάσισαν να πάρουν τον δρόμο του Θεού, να ζήσουν υπό το φώς τους, παραδίδοντας την σάρκα τους στα θεία στον δρόμο προς την αρετή και τον παράδεισο. Ο Φέλιξ διακρίνει έναν μεσήλικα παπά με χριστιανικό ένδυμα να συμβουλεύει και να ενθαρρύνει τις πρώην πόρνες, με έκδηλο φανατισμό και ζήλο.
Οι παρευρισκόμενοι κοιτούν με ενδιαφέρον το θέαμα, έχει μαζευτεί ήδη πολύς κόσμος από τη γειτονιά. Σε κάποια στιγμή, ο παπάς ανακοινώνει πως μια άγια βρίσκεται στην πλατεία, και καλεί τον κόσμο να την υποδεχτεί όσο ευλογεί την μετάνοια από τις πόρνες. Μια κατάλευκη νεαρή γυναίκα εισέρχεται στο προσκήνιο, και ο βρικόλακας ισχυρίζεται πως ένοιωσε ένα φως να τυλίγει το κεφάλι της. Οι περίεργοι ησυχάζουν να δουν τι συμβαίνει, όσο ένας κουτσός σέρνεται προς το μέρος της και της φιλά τα πόδια. Αυτή του χαιδεύει το κεφάλι, και ο κουτσός σηκώνεται, πετά τις πατερίτσες και με δάκρυα ευτυχίας περπατά μόνος του. Το πλήθος ενθουσιάζεται, τρεις γυναίκες γονατίζουν μπροστά στην άγια, ο παπάς κηρύττει το μεγαλείο, και η άγια ξαφνικά μιλά:
"Περπατούν τυφλά τους δρόμους, βαμμένοι στο αίμα, και κανείς δεν ακουμπά τα ρούχα τους". Το δάκτυλό της δίχνει προς τη μεριά του Felix. O βρικόλακας σαστίζει όταν συνειδητοποιεί πως μια θνητή διαπέρασε τόσο εύκολα το πέπλο αορατότητάς του, ενω δεν αναγνωρίζει την βιβλική φράση ως ρητό, αλλά ως άμεση απειλή. Νοιώθει το πλήθος να τον κυκλώνει σπρώχνοντάς τον προς το κέντρο, προς την επικίνδυνη γυναίκα. Η μεγάλη πυρά, μυρωδάτη από τα ακριβά αρώματα των πορνών, του εξιτάρει το κτήνος. Νοιώθει παγιδευμένος, και αποφασίζει να περάσει στην αντεπίθεση. Ρίχνει ένα δυνατό άλμα, φτάνει μπροστά στην άγια, και με ένα αστραπιαίο χτύπημα με το μαχαίρι του ανοίγει το λαιμό και το στήθος της, ρίχνοντάς την αιμόφυρτη στο πάτωμα. Για μια στιγμή όλοι παγώνουν, και ο Φέλιξ ρίχνεται τυφλά μέσα στο πλήθος προσπαθώντας να διαφύγει.
Η σύνηθης αντίδραση ενός πλήθους μπροστά σε μια βίαιη σκηνή είναι ο πανικός - αυτό το πλήθος όμως είναι έντονα θρησκευόμενο, και ο απροκάλυπτος φόνος της άγιας ξεσηκώνει μια ιερή μανία στους παρευρισκόμενους. Ο παπάς μιλά για σατανάδες και δαιμόνια, εγκαλεί τους πάντες να πολεμήσουν τον δολοφόνο, και ο Φελιξ βρίσκεται κυκλωμένος. Κατεβάζει τους πρώτους που τον πλησιάζουν, αλλά μανιασμένοι οι άνθρωποι καταφέρνουν να τον ακινητοποιήσουν. Το κτήνος κυριαρχεί μέσα στο φόβο και την απελπισία, όταν ουρλιάζοντας τον πλησιάζουν στην πυρά, και μετά σκοτάδι...
(τι απέγινε με τον Φέλιξ; ο μόνος βρικόλακας που ήταν παρών στα γεγονότα κρατά τη σιωπή του)
Οι εξαγριωμένοι χριστιανοί στρέφουν την οργή τους στους δρόμους, και μια απρόσμενη διαδήλωση ξεκινά στο Aventine, ενώ οι φλόγες δεν αργούν να πάρουν και μερικά σπίτια. Όλοι οι βρικόλακες του Aventine κοιτουν σαστισμένοι την επέλαση των ανθρώπων χριστιανών. Ο Pamphilus εξαγριωμένος διατάζει τον Αίαντα να επιμεληθεί της σφαγής του παπά, της αγίας, και όλων των πορνών.
Η κατάσταση είναι έκρυθμη όλη την επόμενη ημέρα, ώσπου οι λεγεώνες των ανθρώπων καταφέρνουν να επιβάλλουν μια αιματηρή τάξη. Παραδόξως, στην κεφαλή των δυνάμεων ασφαλείας βρίσκεται τάγμα των χριστιανών ηγετών της Ρώμης - τα κυρήγματα του παπά των πορνών είναι αιρετικά, και ο ορθός δρόμος επιβάλλεται σωστότερα με τη σπάθα. Ρωγμές εμφανίζονται και μέσα στις τάξεις των χριστιανών, όσο πληθαίνουν και δυναμώνουν στην μεγαλούπολη.
Το επόμενο βράδι, ο Αίαντας βγαίνει για κυνήγι χριστιανών μεσα σε ένα φόντο καταστολής, αίματος και καψίματος. Οι λεγεωναριοι έχουν κυκλώσει το μπουρδέλο, και ο Αίαντας φροντίζει να μπει πρώτος από μια πλαϊνή είσοδο λίγο πριν εισβάλλουν οι άνθρωποι. Τόσο οι πόρνες όσο και ο ιερέας είναι αξιολύπητα θύματα, έτοιμοι να παραδωθούν στην επόμενη ζωή. Ο βρικόλακας τους χαρίζει την διάβαση στο παραπέρα, και παρατηρεί στωϊκά όσο οι λεγεωνάριοι παραδίδουν το κτίριο στην πυρά.