Η Pelagia, η γλύπτρια με το μαρμάρινο λευκό δέρμα, είναι ίσως η ικανότερη Propinqua που δαμάζει την πέτρα και το μάρμαρο στη Ρώμη.
Οι πρώτες της δεκαετίες στην Κόρινθο ως undead ήταν οι πιο εντυπωσιακές - τα έργα της γεμάτα δυναμισμό και ανησυχία, ένταση και πειραματισμό. Σιγά σιγά η φήμη της εξαπλωνόταν ώσπου έφτασε στα αυτιά του Macellarius Corbulo, ο οποίος της ζήτησε να έρθει στην Ρώμη για ένα έργο κατά παραγγελία.
Το τελειωμένο γλυπτό προκάλεσε συζητήσεις στην καλή κοινωνία της Camarilla, και η Pelagia βρέθηκε ξαφνικά περιζήτητη στο κέντρο του ενδιαφέροντος. Παράλληλα η λαμπρότητα της Ρώμης την μάγεψε, και η μεγάλη οικογένεια του Graecus Collegium την δέχτηκε με χαρά στην αγκαλιά της.
Τα πλούτη που σύντομα απέκτησε επηρέασαν τόσο τον χαρακτήρα όσο και την τέχνη της. Πλέον τα περισσότερα γλυπτά της είναι εμπορικά, ακριβοπληρωμένες παραγωγές χωρίς συναίσθημα αλλά με άψογη τεχνική. Η σπίθα της ανησυχίας έχει σβήσει, και στη θέση της κάθησε μια δίψα για απόλαυση, μια νωθρότητα αναμεικτη με απληστία.
Όταν την πλησίασε η Ισαδώρα, η Pelagia την δέχτηκε για μαθήτρια γιατί είδε μέσα της την σπίθα που είχε άλλοτε. Ο δυναμισμός που εκπέμπει η νεαρή έκπτωτη propinqua της δίνει ξανά έμπνευση. Η σχέση τους είναι μυστήρια συμβιωτική με ανεξερεύνητες, εύθραυστες ισορροπίες.