Στα Ενδότερα των Καβειρίων

Χρονολογία: 
369 μΧ

Εστιάζουμε στη Σαμοθράκη, λίγους μήνες μετά την βιαστική μετάβαση από όλο το κλιμάκιο της Νοξ στο απόμακρο κρυσφήγετο μετά τον θάνατο του Ιουλιανού. Οι παγάνοι βρικόλακες απομονώνονται στο νησί, αναλογιζόμενοι την ήττα τους στη Ρώμη με ιδιαίτερα πεσμένη ψυχολογία. Όσο πάνω στο βουνό οι τελευταίοι των Vaticinators κλείνονται στον εαυτό τους, οι Σαμόθρακες συνεχίζουν να τηρούν τις παραδόσεις τους, ετοιμαζόμενοι να υποδεχτούν για μια ακόμη φορά τα Καβείρια Μυστήρια.

Όσο πλησιάζει η έναρξη του μεγάλου θερινού μυστηρίου, η δραστηριότητα των ανθρώπων κεντρίζει το ενδιαφέρον των βρικολάκων. Οι vaticinators έχουν για πρώτη φορά την ευκαιρία να δουν από κοντά τα μυστήρια. Παρά τις ολοένα και δυσμενέστερες καταστάσεις για τους μύστες, η μικρή κοινότητα του νησιού τηρεί ευλαβικά τις αρχαίες παραδόσεις, ενώ το Ιερό των Μεγάλων Θεών δεν έχει χάσει την αίγλη που κουβαλά τους τελευταίους οκτώ αιώνες. Με την έναρξη των μυστηρίων, οι επτά vaticinators της Nox αποφασίζουν να παρουσιαστούν στους ιερείς και να γίνουν μύστες των τελετών.

Η μύηση γίνεται γρήγορα - οι ιερείς δεν αργούν να αντιληφθούν πως οι συγκεκριμένοι νεοφερμένοι είναι εξέχουσες προσωπικότητες με έντονη κατανόηση του θρησκευτικού μυστικισμού, και άμεσα τους αποδίδουν τον τίτλο του επόπτη των μυστηρίων. Μετά την μύηση, όλοι οι επόπτες καλούνται σε μια μυστική τελετή για να αποτίσουν φόρο τιμής στους χθόνιους θεούς. Ακολουθώντας τους ανθρώπους σε πέτρινα περάσματα κάτω από τα κυκλώπεια τείχη που περιβάλλουν το σύμπλεγμα του Ιερού, η πομπή καταλήγει σε μια υπόγεια σπηλιά, όπου και ακολουθεί μια έντονη τελετή με θυσίες και ψαλμούς. Η Φλαβιάνα παίρνει μέρος στην τελετή, συνεχίζοντας τις σπονδές με εκστασιακούς ρυθμούς και άφθονο σκόρπισμα αίματος, τελετή στην οποία συμμετέχουν γενναιόδωρα όλοι οι kindred.

Το αίμα ποτίζει την γη βαθειά μέσα στην καρδιά της, κυλώντας μέσα στα πετρώματα προς τα βάθη του Ιερού. Ένα πλάσμα σκιρτάει μέσα στα σκοτάδια, χαμένο από την επιφάνεια πολλά χρόνια τώρα.

Το επόμενο βράδι ο Illuminatus νοιώθει πως κάτι έχει συμβεί. Περιπλανιέται στους χώρους του Ιερού όσο οι άνθρωποι αρχίζουν να ετοιμάζουν τις νυχτερινές τους τελετές, ώσπου αντιλαμβάνεται κάτι αξιοσημείωτο: η μικρή χτισμένη πέτρινη αψίδα στον βράχο κάτω από την Στοά, που οι γνώστες ονομάζουν “πύλη στον Άδη”, χάσκει ανοικτή. Κάτι βγήκε από μέσα της! Ο Illuminatus βρίσκεται με τους υπόλοιπους, και εγκαταλείπει το σώμα του για να επιθεωρήσει αστρικά την περιοχή.

Δεν αργεί να εντοπίσει ύποπτα σημάδια. Στην άκρη του ποταμού, κάποιες κοπέλες έχουν μόλις εντοπίσει τα ρουφηγμένα πτώματα δυο αγοριών. Λίγο παραπέρα, μέσα στους θάμνους κείτεται ένα ακόμη πτώμα, γυμνό αυτή τη φορά. Σημάδια πάλης και αίμα υπάρχουν και σε άλλα σημεία του χώρου, ζωγραφίζοντας μια διαδρομή: ότι βγήκε από την πύλη του Άδη πεινούσε, και τράφηκε βιαστηκά.

Ο Avitus δεν μοιάζει ιδιαίτερα ανήσυχος στο άκουσμα των νέων. Εάν το πλάσμα βγήκε από την πύλη του Άδη, δεν μπορεί να είναι παρα σύμμαχος στους ακόλουθους των χθόνιων θεών. Οι βρικόλακες παραμένουν σε επιφυλακή, αλλά συνεχίζουν να συμμετέχουν στα μυστήρια που διαδραματίζονται κατά τη διάρκεια της νύχτας.

Μέσα στο Ιερό των Χορευτών, ο Illuminatus αντικρύζει για πρώτη φορά την νέα παρουσία. Μια νεαρή γυναίκα βρίσκεται στο πλάι των ιερέων μέσα στον ναό, καλυμμένη από το αόρατο πέπλό του Obfuscate. Τα παρατηρητικά μάτια του Illuminatus διαπερνούν την οπτική πλάνη και παρακολουθούν ασταμάτητα την κοπέλα, όσο την πλησιάζει διακριτικά δίνοντάς της να καταλάβει πως δεν έχει εχθρικές διαθέσεις. Εκείνη του κάνει νόημα να περιμένει ώσπου να ολοκληρωθεί η τελετή και στη συνέχεια θα μιλήσουν.

Με το πέρας της τελετής, η αόρατη ακόμα κοπέλα κάνει νόημα στον Illuminatus να την ακολουθήσει. Αυτός καλεί τους υπόλοιπους βρικόλακες μαζί του, και όλη η πομπή κατεβαίνει σιγά σιγά ένα απόμακρο μονοπάτι, καταφθάνοντας σε μια μικρή μεταλλική πόρτα δίπλα στο ξερό ρυάκι. Η κοπέλα ανοίγει την πόρτα και τους καλεί μέσα.

 
 
Ένας ένας, όλοι εισέρχονται στον άγνωστο χώρο λατρείας, όπου για πρώτη φορά και βλέπουν την βρικολάκισσα να τους υποδέχεται. Η κόρη, μετεφηβικής ηλικίας και με σαφή ελληνικά χαρακτηριστικά είναι ντυμένη με τα απλά ρούχα των μυστών, με τα μαλιά της αχτένιστα και έναν αέρα παγωμάρας και τάφου να την περιτριγυρίζει. Βρίσκονται στον οίκο της, τους λέει, και πριν συνομιλήσουν πρέπει να καθαγιαστούν κατάλληλα δεχόμενοι να λάβουν μέρος σε μια τελετή που θα τους κάνει. Οι βρικόλακες δέχονται με χαρά, προσφέροντας απλόχερα το αίμα τους στην αρχαία τελετή. Η κόρη είναι εντυπωσιασμένη από την θέλησή τους, και με το πέρας της τελετής ξεκινά να συνομιλεί.

Η Περσεφόνη, όπως τους συστήνεται η κόρη, ήταν για αιώνες επόπτης των μυστηρίων στη Σαμοθράκη. Κοιμήθηκε την εποχή του Γαλέριου πριν έναν περίπου αιώνα, αφήνοντας την φύλαξη και επιμέλεια του ιερού στα παιδιά της και τους ακόλουθούς τους. Είχε σκοπό να κοιμηθεί πολύ περισσότερο, αλλά ξύπνησε από τη μυρωδιά του βαμπιρικού αίματος που προσφέρθηκε τελετουργικά από τους ήρωες την προηγούμενη ημέρα. Πλέον κανένα από τα παιδιά της ή την οικογένεια αυτών δεν εντοπίζεται στο νησί, όπως της επιβεβαιώνουν και οι ήρωες.

Οι δάσκαλοι της Νοξ εξηγούν στην Περσεφόνη πως ο κόσμος που την υποδέχεται δεν έχει σχέση με αυτόν που άφησε πίσω. Τον τελευταίο αιώνα, ένας Ρωμαίος αυτοκράτορας έφερε μια νέα θρησκεία στην αυτοκρατορία, η οποία έφτασε να βεβηλώσει τις αρχαίες παραδόσεις. Της μιλούν για την εξάπλωση των χριστιανών και των Sanctified, εξιστορώντας τις αλλεπάλληλες εξελίξεις που έφεραν τον εξοστρακισμό των Vaticinators από τη Ρώμη και την απαγόρευση πλέον όλων των θυσιών και προσφορών στους θεούς. Βρίσκονται στη Σαμοθράκη σαν εξόριστοι πια, θέλοντας να ξεχειμωνιάσουν τη δύσκολη περίοδο που θα έρθει.

Η Περσεφόνη τους καλωσορίζει, είναι σαφές πως είναι δώρο των θεών η παρουσία τους στο πλάι της. Περνά κάποιον χρόνο μόνη της, να παρατηρήσει την κατάσταση και να μάθει τα νέα όλης αυτής της περιόδου που πέρασε σε torpor, όπου και επιβεβαιώνει πως ό,τι είχε αφήσει πίσω το έχουν πάρει τα κύματα του χρόνου. Η λατρεία των Καβηρείων έχει αφεθεί ακυβέρνητη καιρό, και ήδη αρκετές από τις παλιές παραδόσεις έχουν ξεχαστεί.

Η Περσεφόνη δεν αργεί να συνδεθεί στενά με τη Nox, έχοντας τους ίδιους σκοπούς και πολλές γνώσεις να ανταλλάξουν εκατέρωθεν. Η κόρη επικεντρώνεται στην σωστή αναβίωση των πρακτικών των μυστηρίων, δίνοντάς τους έναν μικρό πόλο ελπίδας να κρατηθούν όσο τα κακά μαντάτα από την παλιά πατρίδα τους τη Ρώμη διαδέχονται το ένα το άλλο. Η γνώση και οι τελετουργικές πρακτικές της Περσεφόνης γίνονται αντικείμενο μελέτης από τους αιγύπτιους μύστες της Nox, οι οποίοι αναγνωρίζουν τους ίδιους μελωδικούς ρυθμούς στις τελετές της. Η υπόσχεση για μια κοινή κατανόηση των πρακτικών των διαφόρων cults έρχεται ένα βήμα πιο κοντά.

Η μύηση της Περσεφόνης στην ηγετική ομάδα της Nox γίνεται γρήγορα με επιμονή του Avitus, ο οποίος βρίσκει στο πρόσωπο της Περσεφόνης έναν φρέσκο σύμμαχο με νιόφερτη ζωντάνια να αντικαταστήσει ένα μέρος από το κενό που αφήνει η Φλαβιάνα - η Regina Sancrorum βρίσκεται σε μόνιμη κατάθλιψη από τότε που εγκατέλειψε τη Ρώμη, και είναι πια σπάνιες οι στιγμές που διακρίνεται η παλιά σπίθα στο βλέμμα της.